Γράφει ο Μελέτης Ρεντούμης / οικονομολόγος – τραπεζικός

Πέραν των βασικών οικονομικών προβλημάτων που απορρέουν από την οικονομική κρίση, υπάρχουν πολύ σοβαρότερα ζητήματα τα οποία απασχολούν την ελληνική κοινωνία τα οποία δυστυχώς το πολιτικό σύστημα δείχνει να μην τ’αντιμετωπίζει σοβαρά ή δεν ενσκύπτει όπως πρέπει στο να βρεθεί μία αποτελεσματική λύση. Αναφερόμαστε κυρίως στο καθεστώς ανομίας το οποίο τείνει να παγιωθεί στην χώρα γενικώς και όχι μόνο στην πρωτεύουσα αλλά σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, μέσα από το πρόσχημα της διαμαρτυρίας και της αντίστασης στο σύστημα. Όποιος εκφράζει μία διαφορετική άποψη ή δεν θα συντάσσεται με συγκεκριμένες ομάδες συμφερόντων ή ομάδες πίεσης συντεχνιακής μορφής, αυτόματα καθίσταται εχθρός και αντίπαλος και οφείλει να εξολοθρευτεί με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα.

Μάλιστα η βία εναντίον των αντιφρονούντων αρχίζει ήδη να θεωρείται μία ενδεδειγμένη πρακτική γιατί έτσι όσοι θίγονται μπορούν κατά την γνώμη τους να περάσουν ένα αντισυστημικό μήνυμα στην κοινωνία, ότι αντιστέκονται και άρα μπορούν ν’αλλάξουν και να μεταμορφώσουν την κοινωνία σύμφωνα με τα δικά τους πρότυπα. Σε αυτές τις διαμάχες συστημικών και αντισυστημικών όπου μάλιστα μερικές φορές τα όρια γίνονται και δυσδιάκριτα, ενυπάρχει πάντα το θέμα της οικονομικής κρίσης ως το απόλυτο άλλοθι ν’αποδοθούν ευθύνες, να γίνουν λαϊκά δικαστήρια και έτσι ο λαός να πάρει αυτοβούλως το νόμο στα χέρια του, τιμωρώντας όποιον θεωρεί υπεύθυνο για την δραματική μείωση των εισοδημάτων αλλά και την υψηλή ανεργία.Η ρητορική του Μνημονίου σαφέστατα εντείνει το πρόβλημα, άσχετα αν τελικά καμία κυβέρνηση από αυτές που πέρασαν δεν έχουν το προνόμιο να τιτλοφορούνται πλέον ως αντιμνημονιακές.

Η επίκληση λοιπόν της βίας και η κάλυψη βίαιων ενεργειών όπως είδαμε περίτρανα και στην δολοφονική απόπειρα κατά του πρώην πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου, είναι ένα φαινόμενο το οποίο δεν είναι πρόσκαιρο και δεν εξαντλείται μόνο στην ανωνυμία κάποιων θερμόαιμων που είτε διαμαρτύρονται στους δρόμους, είτε βγάζουν τα ψυχολογικά τους απωθημένα στα social media.Πλέον οι δηλώσεις συμπάθειας απέναντι σε βίαιες αλλά και τρομοκρατικές ενέργειες έχουν ονοματεπώνυμο, καθώς τόσο δημοσιογράφοι, πολιτικοί, αρθρογράφοι, αναλυτές και πολιτευτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι αφού αρκετοί πολίτες θεωρούν κάποιους προδότες, επειδή θήτευσαν σε συγκεκριμένα καίρια πόστα για την οικονομία της χώρας, κάπως έτσι θα είναι τα πράγματα οπότε εκείνοι είναι άξιοι της μοίρας και της τύχης τους χωρίς κανένα ίχνος δημόσιας προστασίας.

Η λογική λοιπόν της Ρωμαϊκής αρένας όπου όχι μόνο δεν δίνεται βήμα στο να υπερασπιστεί κανείς τον εαυτό του, αλλά θα πρέπει πρώτα να ριχθεί στον λάκο των λεόντων και μετά να συζητηθεί ότι έχει απομείνει από τ’ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια -όπως ορίζεται επίσημα και από το Σύνταγμα της χώρας-, κοντεύει να καταστεί επίσημη κοινωνική άποψη.Δυστυχώς, όπως και ν’αναλύσει κανείς τα αίτια της κρίσης, η εικόνα ανομίας που εμφανίζει η χώρα μας με αποκορύφωμα το σχεδόν καθημερινό κυνηγητό αναρχικών και αστυνομίας και το κάψιμο περιουσιών στο λεγόμενο άβατο των Εξαρχείων, έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο για χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν φαίνεται μάλιστα ν’αντιδρά κανείς.

Το φαινόμενο αυτό δεν τιμά πρωτίστως την κυβέρνηση που φέρει την πολιτική ευθύνη, αλλά ούτε συνολικά την πολιτεία και το πολιτικό σύστημα που άφησαν χώρο όλα αυτά τα χρόνια στο ν’αναγεννηθούν από τις στάχτες τους πυρήνες τρομοκρατίας που έχουν ως στόχο την αποσταθεροποίηση της χώρας σε μία πολύ κρίσιμη οικονομικά και κοινωνικά περίοδο.Είναι επιτακτική ανάγκη λοιπόν να δημιουργηθεί ο απαραίτητος κοινωνικός ιστός που θα ενώσει τους πολίτες και δεν θα τους διχάσει περαιτέρω, καθώς άλλα περιθώρια καθίζησης δεν υπάρχουν.

Οι λογικές μίσους και μισαλλοδοξίας μέσω φασιστικών νοοτροπιών με ρατσιστική προδιάθεση απέναντι σε αντίθετες απόψεις, μαθηματικά οδηγούν σε εθνικό σπαραγμό και ενδέχεται ν’αποτελέσουν σημαντική πληγή για την χώρα μας στην αποτίμηση των ιστορικών του μέλλοντος.