Γράφει ο Μελέτης Ρεντούμης, οικονομολόγος – τραπεζικός

Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα στην νεότερη τουρκική ιστορία ολοκληρώθηκε και δεν είναι άλλο από τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές ταυτόχρονα, μετά το δημοψήφισμα που άνοιξε διάπλατα τον δρόμο για την συνταγματική αναθεώρηση στην Τουρκία και την μετατροπή ουσιαστικά του πολιτεύματος από προεδρευόμενη σε προεδρική δημοκρατία, με σημαντικές υπερεξουσίες στον πρόεδρο και με κατάργηση ουσιαστικά του αξιώματος του πρωθυπουργού. Ο πρόεδρος Ερντογάν είχε ως μεγάλο στοίχημα να αναδειχθεί ως τον μακροβιότερο ηγέτη στην χώρα και είναι πολύ πιθανό να το καταφέρει, εφόσον πλέον μετά και το αποτέλεσμα των εκλογών είναι ο νέος πρόεδρος της Τουρκίας με ενισχυμένες εξουσίες, συγκεντρώνοντας επί της ουσίας, στρατό, δικαιοσύνη και μυστικές υπηρεσίες υπό τον απόλυτο έλεγχό του.

Οι εκλογές στην Τουρκία δεν ήταν ποτέ εύκολη υπόθεση και οι καταγγελίες της αντιπολίτευσης για νοθεία είναι ήδη πολλές και έντονες. Παρόλα αυτά, ο Ερντογάν πέτυχε ένα 52% που του δίνει την πλειοψηφία και την προεδρία, ενώ μετά την συμμαχία του με τους εθνικιστές κέρδισε και την Εθνοσυνέλευση επικυρώνοντας στην ουσία την κυριαρχία του, σε μία νέα εποχή για την Τουρκία, που την βρίσκει σε μία διαρκή όμως εσωτερική διαμάχη. Όπως όλα δείχνουν, η Τουρκία όντας ενός ανδρός αρχή, δεν πρόκειται να συμβιβαστεί με τους εσωτερικούς της αντιπάλους και δεν θα δείξει καμία ανακωχή μετά και το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

Ήδη η πολιτική σκηνή της Τουρκίας εμφανίζεται τριχοτομημένη, με την Άγκυρα και τα βάθη της Τουρκίας να ανήκουν στους Ισλαμιστές και στον Ερντογάν, τα παράλια, η Κωνσταντινούπολη και τα αστικά κέντρα στους Κεμαλιστές και η Νοτιοανατολική Τουρκία στους Κούρδους, οι οποίοι κατάφεραν μάλιστα πανηγυρικά να εισέλθουν στην Βουλή. Το εσωτερικό ρήγμα στην γείτονα χώρα, έχει επιπτώσεις παντού, σε όλους τους θεσμούς και σε όλες τις κοινωνικές εκφάνσεις και δραστηριότητες, γεγονός που σημαίνει ότι ολόκληρες κοινωνικές τάξεις αποκλείονται από τα τεκταινόμενα και βγαίνουν εκτός παιχνιδιού, με αποτέλεσμα να αναζητήσουν συμμάχους αλλού ακόμα και εκτός Τουρκίας για να μπορέσουν να επιβιώσουν, οικονομικά και κοινωνικά.

Οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ είναι ήδη τεταμένες, μετά τον εναγκαλισμό του Ερντογάν με τον Πούτιν, ενώ κάποιες πρόσκαιρες παραχωρήσεις προς τους Αμερικανούς σίγουρα δεν δημιουργούν συνθήκες προσέγγισης. Το βέβαιο είναι ότι η κυριαρχία Ερντογάν και η επικράτησή του στις εκλογές έχει άμεσες συνέπειες και στην Ελλάδα καθώς δεν αναμένεται κάποια στροφή από την επιθετικότητα της Τουρκίας όπως είχε αναδειχθεί όλο το προηγούμενο διάστημα. Παρόλα αυτά, η χώρα μας έχει μία πρώτης τάξεως ευκαιρία, να εκμεταλλευθεί το αποτέλεσμα διπλωματικά και γεωπολιτικά, με στόχο να καταδείξει τον δικό της σταθεροποιητικό ρόλο στην ΝΑ Μεσόγειο και να δημιουργήσει νέες στρατηγικές συμμαχίες με τις ΗΠΑ, διατηρώντας ταυτόχρονα τα ερείσματά της με τις ισχυρές δυτικές χώρες της ΕΕ, έτσι ώστε να υπάρχει ένα πέπλο ασφάλειας στην περιοχή του Αιγαίου καλύπτοντας αμυντικά και την Κύπρο.

Σε κάθε περίπτωση, η νέα εποχή Ερντογάν τόσο για την Δύση όσο και για την χώρα μας, δεν θα είναι μία εύκολη εξίσωση και θα χρειαστεί μία συνετή αλλά και αποφασιστική εξωτερική πολιτική, έτσι ώστε παράλληλα με τις όποιες συμμαχίες, να διατηρούνται πάντα ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία και να αποφεύγονται τετελεσμένα που μπορεί να οδηγήσουν σε αρνητικές εθνικές συνέπειες. Συμπερασματικά θα λέγαμε, ότι η χώρα μας οφείλει να αναλύσει με ψυχραιμία το εκλογικό αποτέλεσμα και να χτίσει σταδιακά μία στρατηγική εθνική πολιτική τόσο γεωπολιτικά όσο και στρατιωτικά με στόχο πάντα την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων.