Γράφει ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης

Αγαπητές μου αναγνώστριες, αγαπητοί μου αναγνώστες

Πολύ συχνά με τη φαντασία μου στρέφομαι στο παρελθόν και μάλιστα έρχονται εικόνες, σκηνές, γεγονότα από τα χρόνια που υπηρέτησα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Λόγω δε ηλικίας μπορώ να κρίνω, να σχολιάσω πιο ρεαλιστικά πολλά και διάφορα και να τα παρουσιάσω μ’ αντικειμενικό τρόπο.

Όσοι υπηρέτησαν ως εκπαιδευτικοί στις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσής μας σίγουρα έρχονται στιγμές που αναπολούν με μια ρομαντική διάθεση ενατένισης του παρελθόντος τις ώρες που βρίσκονταν κοντά στα παιδιά τους, τους μαθητές και τις μαθήτριές τους, κατά τις ώρες της διδασκαλίας και των σχολικών εκδηλώσεων. Φυσικά το ίδιο συμβαίνει και στους καθηγητές με τις φοιτήτριες και τους φοιτητές τους.

Στο κείμενό μου αυτό, καθώς πλησιάζουν και οι μέρες των διαγωνισμάτων, προαγωγικών, απολυτηρίων και εισαγωγικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θ’ αναφερθώ σ’ ορισμένα περιστατικά, συμβάντα και γεγονότα από τα σχολικά μου χρόνια, όταν υπηρετούσα ως εκπαιδευτικός στην Ροδόπη και στην Αθήνα. Αν υπήρξα επιτυχημένος στο λειτούργημά μου, αυτό μπορούν να το κρίνουν οι μαθήτριες και οι μαθητές μου. Είναι γνωστό πως ο καθένας από μας τους «δασκάλους» γράφει και τη δική του ιστορία στους σχολικούς χώρους, συμβουλεύοντας και διδάσκοντας μικρά παιδιά και εφήβους.

Υπηρετούσα στο πρώτο Γενικό Λύκειο Κομοτηνής και συγκεκριμένα ως υποδιευθυντής, όταν κάποιο βράδυ μια γνώριμη φωνή, αφού μου συστήθηκε, μ’ ανακοίνωσε πως έρχεται ως Σχολικός Σύμβουλος των φιλολόγων στην Κομοτηνή. Ειλικρινά με την είδηση αυτή χάρηκα ιδιαίτερα, αλλά και συγκινήθηκα, αφού η φωνή ανήκε σ’ ένα παλιό φίλο από την Πόλη, που είχε έρθει από Θεσσαλονίκη να υπηρετήσει στα Λύκειά μας ως μετακλητός και συγκεκριμένα διορίστηκε στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο σημειώνοντας αξιόλογο έργο και αφήνοντας άριστες εντυπώσεις στους γονείς και μαθητές.

Τελικά τον υποδέχθηκα και, όπως ήταν φυσικό, προσπάθησα να’ μαι διακριτικός απέναντί του, αφού τον είχα σύμβουλο στο έργο μου. Θέλω δε να σας πληροφορήσω πως είχε καταργηθεί πλέον ο θεσμός του επιθεωρητή. Βρισκόμασταν στη εποχή της αλλαγής επί ΠΑΣΟΚ. Οι σχολικοί σύμβουλοι δεν βαθμολογούσαν τους εκπαιδευτικούς, όπως οι επιθεωρητές, αλλά τους συμβούλευαν και, φυσικά, είχαν κι αυτοί στους «δικούς τους φακέλους» τα σχετικά με τις δραστηριότητες των υφισταμένων τους. Έκριναν δε τον καθέναν μας, όταν γίνονταν κρίσεις, για να καταλάβουμε θέσεις υποδιευθυντή, διευθυντή Γυμνασίου ή Λυκείου.

Σύμφωνα με τις εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων ο καθηγητής στο σαρανταπεντάλεπτο της διδακτικής ώρας θα έπρεπε ν’ αφιερώσει τουλάχιστον ένα δεκάλεπτο, για να εξετάσει την προηγούμενη ενότητα, να διορθώσει τα καθήκοντα των μαθητών και αμέσως μετά να προετοιμάσει ψυχολογικά την τάξη, ώστε να ‘ ναι έτοιμη να παρακολουθήσει την παράδοση της νέας ενότητας. Τέλος θα γίνονταν η σχετική επανάληψη με την υπαγόρευση ασκήσεων για το σπίτι. Αυτή τη διαδικασία εξέτασης, παράδοσης, ανακεφαλαίωσης κλπ. θα ‘ πρεπε να τηρήσουν οι εκπαιδευτικοί τόσο στο Γυμνάσιο όσο και στο Λύκειο. Σ’ όλα αυτά επέμεναν και οι επιθεωρητές και οι σύμβουλοι, για να κριθούν ευνοϊκά οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στην οποία και αναφέρομαι.

η συνέχεια του άρθρου στη ΜΗΝΙΑΙΑ ΗΧΩ ΜΑΪΟΥ