Γράφει ο Μελέτης Ρεντούμης, οικονομολόγος – τραπεζικός

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα στην πολιτική ζωή ενός τόπου, πέρα από την κυβερνητική σταθερότητα και την εφαρμογή μίας οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, είναι η εκφορά του πολιτικού λόγου όχι μόνο από το κυβερνών κόμμα ή τα κόμματα που συγκυβερνούν αλλά από όλο το φάσμα του πολιτικού συστήματος. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια με τις διαδοχικές κυβερνήσεις των Μνημονίων όποια πολιτική ή κυβερνητική αλλαγή και αν είχαμε, η σύνθεση της εκάστοτε Βουλής γινόταν διαρκώς χειρότερη σε επίπεδο πολιτικού λόγου, επιχειρημάτων, επικοινωνίας και διαλόγου.
Η ίδια η δημοκρατία αλλά και το Σύνταγμα της χώρας, επιτάσσουν τον διάλογο, τον σεβασμό της άλλης άποψης απ’ όπου και αν προέρχεται, καθώς και τη σύνθεση των πολιτικών θέσεων ώστε να δημιουργούνται επαρκή νομοσχέδια ως νόμοι του κράτους που θα εκφράζουν την εκάστοτε κοινωνική ανάγκη. Τίποτα όμως από τα παραπάνω τελικά δεν συμβαίνει, καθώς η επιχειρηματολογία του κάθε βουλευτή αλλά και πολιτευτή εκτός μικρών εξαιρέσεων, βρίθει από λαϊκίστικες εκφράσεις που καταλήγουν να χάνουν το νόημά τους, καθώς οι αναφορές γίνονται επί προσωπικού ώστε να θιχτεί ο συνομιλητής ή ο έχων τον λόγο από το βήμα της Βουλής, με στόχο να δημιουργηθούν εντυπώσεις στο εκλογικό σώμα.
Επίσης είναι σύνηθες το φαινόμενο να χρησιμοποιούνται εκφράσεις πεζοδρομίου που αγγίζουν τα όρια της χυδαιότητας είτε μέσα στη Βουλή, είτε σε συζητήσεις στα ΜΜΕ, ώστε να μην υπάρχει συμπέρασμα και αιτιολόγηση αλλά να μείνει η ρετσινιά ότι κάποιος είναι για παράδειγμα απατεώνας, έχει κλέψει, ψεύδεται, είναι προδότης και άλλες παρόμοιες εκφράσεις που τελικά διχάζουν τον ελληνικό λαό, σε αριστερούς και δεξιούς, σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, σε προνομιούχους και αδύναμους. Η περίπτωση Ζουράρι για παράδειγμα, είναι μία έκφανση του πολιτικού λόγου που θέλει να περάσει το σημερινό πολιτικό σύστημα και πολύ περισσότερο η παρούσα κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Το επιχείρημα έχει αντικατασταθεί από τη χυδαιότητα, η αντίθεση με τη λασπολογία και ο συμβιβασμός με την ηττοπάθεια αν όχι με την προδοσία.
Υπό αυτές τις κοινωνικές συνθήκες και με δεδομένη τη δύσκολη οικονομική συγκυρία της μείωσης μισθών, συντάξεων και της υπερβολικής ανεργίας, οι εκφράσεις των δημαγωγών και των λασπολόγων βρίσκουν ευήκοα ώτα στο εκλογικό σώμα, προσπαθώντας να χτίσουν μεθοδικά το νέο τους αφήγημα για τη μεταμνημονιακή εποχή στην Ελλάδα που έρχεται.
Είναι απόλυτη ανάγκη το πολιτικό σύστημα να μεταλλαχθεί με λόγο μετριοπαθέστερο στα πλαίσια ευρύτερων πλειοψηφιών και συνεργασιών για να αντιμετωπιστούν οι ριζωμένες παθογένειες της χώρας, διαφορετικά χαρακτήρες τύπου Ζουράρι θα βρίσκουν πάντα χώρο και τρόπο να αποκτούν δημοσιότητα και να ωραιοποιούνται στα μάτια των ψηφοφόρων.